Το Μνημόνιο, που τα αποτελέσματά του ήδη από τον πρώτο χρόνο επιβολής του ισοδυναμούν με κοινωνική συμφορά, θα καταγραφεί στην Ιστορία ως εκείνο το «μνημειώδες» εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ως «μπαμπούλας» για την εφαρμογή μιας προαποφασισμένης πολιτικής.
Ο χρόνος που πέρασε ήταν αποκαλυπτικός: Η πολιτική που τη βάφτισαν «μνημόνιο» ουδεμία σχέση είχε και έχει με τα χρέη, με τα ελλείμματα, με τη σπατάλη, με τη φοροδιαφυγή κ.λπ.
Πρόκειται για τη χειρότερη και σκληρότερη πολιτική κατεδάφισης των λαϊκών κατακτήσεων και δικαιωμάτων στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας, με στόχο:
- Να προστατευθούν τα συμφέροντα και τα κέρδη των πολυεθνικών και των τραπεζών, όσων έχουν στην κατοχή τους τα ομόλογα του ελληνικού δημόσιου χρέους, και να προσφερθεί η Ελλάδα ως πειραματόζωο για την εφαρμογή μέτρων προστασίας και απόδρασης του ευρωενωσιακού καπιταλισμού από τα κρισιακά φαινόμενα.
- Να ριχτούν, τόσο τα βάρη της κρίσης, όσο και αυτά του υπέρογκου δημόσιου χρέους στα λαϊκά στρώματα που δεν έχουν την παραμικρή ευθύνη για το ξέσπασμά της και που φυσικά όπως δεν ωφελήθηκαν στο παραμικρό από τα προηγούμενα δάνεια του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους, έτσι δεν πρόκειται να ωφεληθούν και από τα νέα.
- Να δημιουργηθούν προϋποθέσεις πολύ μεγαλύτερης κερδοφορίας του κεφαλαίου, ενίσχυσης της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησής του, όπως και της ανταγωνιστικότητάς του, κάνοντας πολύ φτηνότερη την εργατική δύναμη, επιβάλλοντας μεσαιωνικές εργασιακές σχέσεις, παραδίδοντας πολύ περισσότερους τομείς, δημόσιες επιχειρήσεις και δημόσια περιουσία στην άμεση και ληστρική εκμετάλλευση των κεφαλαιοκρατών και παρέχοντας στους τελευταίους πολύ περισσότερες παροχές και φοροαπαλλαγές, διευκολύνσεις, κίνητρα και προνόμια.
- Να διαμορφωθούν στην Ελλάδα συνθήκες όπου το μεγάλο κεφάλαιο αφενός θα διέλθει την κρίση με τις λιγότερες δυνατές ζημιές για το ίδιο, αφού οι ζημιές αυτές θα έχουν επιμεριστεί ως επιπλέον βάρη στις πλάτες του λαού και αφετέρου, μετά την κρίση, να έχει διαμορφωθεί μια χώρα - «Ελ Ντοράντο», όπου οι κεφαλαιοκράτες θα έχουν ελεύθερο το πεδίο από εργασιακά δικαιώματα και κοινωνικές κατακτήσεις, ώστε να εξασφαλίσουν μια νέα κερδοφορία, θεμελιωμένη πάνω στο έδαφος της απόλυτης κοινωνικής εξαθλίωσης και της μηδενικής αντίστασης εκ μέρους των εργαζομένων.
Η πολιτική του Μνημονίου δεν είναι η πολιτική ενός κόμματος (ΠΑΣΟΚ), των κομμάτων που το ψήφισαν ή συμφωνούν με την ουσία του (ΛΑ.Ο.Σ., ΝΔ), δεν είναι η πολιτική κάποιων ξένων (τρόικα, ΕΕ, ΔΝΤ) που «υπαγορεύτηκε» στη χώρα «έξωθεν» και «άνωθεν».
Η πολιτική του Μνημονίου είναι η πολιτική της ελληνικής πλουτοκρατίας.
Είναι η πολιτική της ελληνικής αστικής τάξης, των πολυεθνικών, των μονοπωλίων και των κεφαλαιοκρατών, που προωθείται μέσω του κράτους, των αστικών κομμάτων, των διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών.
Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής οι μειώσεις των μισθών και των συντάξεων, η κατάλυση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και η καταβύθιση του μισθού του εργαζόμενου στα κατώτατα επίπεδα, η διεύρυνση της «ευέλικτης εργασίας» που, σε συνδυασμό με το αντιασφαλιστικό παραλήρημα, οδηγεί σε δουλειά μέχρι το θάνατο και σε συντάξεις πείνας, οι μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών των επιχειρήσεων, το καθεστώς της εργοδοτικής ασυδοσίας στις απολύσεις, το ξεπούλημα στους ιδιώτες οτιδήποτε είχε απομείνει ως δημόσιος τομέας της οικονομίας, η μείωση των φορολογικών συντελεστών του μεγάλου κεφαλαίου, σε συνδυασμό με την επέκταση της καταλήστευσης του λαού μέσω της διεύρυνσης της έμμεσης φορολογίας, δεν συνιστούν μια πολιτική «έκτακτη» και «παροδική», αλλά μια πολιτική μόνιμου χαρακτήρα, απροσδιόριστης διάρκειας και αδιόρατου τέλους.
Η αιτία εκείνου που αποκαλείται «ελληνικό πρόβλημα», φυσικά και δεν έχει σχέση με τα δημόσια χρέη.
Τα χρέη μόνο προσχηματικά αξιοποιήθηκαν για την εκδήλωση αυτής της πρωτοφανούς σε ένταση και έκταση πολιτικής λαίλαπας.
Τα χρέη, στην Ελλάδα όπως και σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι το αποτέλεσμα και όχι η αιτία του προβλήματος.
Το «ελληνικό - όπως και το παγκόσμιο - πρόβλημα» δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι μια δράκα εκμεταλλευτών ξένης εργασίας, κατέχοντας τα μέσα παραγωγής, ελέγχουν την οικονομική εξουσία και θησαυρίζουν, με τα ενθυλακωμένα πλούτη «τους» να λείπουν από το δημόσιο ταμείο, το οποίο εμφανίζεται ελλειμματικό και χρεωμένο.
Τότε, διά μέσου της πολιτικής εξουσίας που κατέχουν φορτώνουν τα δικά τους χρέη στα θύματά τους, που καλούνται να βάλουν ενέχυρο τη ζωή τους για νέα δάνεια, τα οποία θα πάνε ξανά στα «αφεντικά» και που στους ίδιους θα «αποφέρουν» νέα και ακόμα μεγαλύτερα χρέη.
Πρόκειται για την ίδια πολιτική που με αντίστοιχο λίγο - πολύ τρόπο, εφαρμόζεται σήμερα σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες,
τόσο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.
Τα κράτη και οι κυβερνήσεις τους, στο πλαίσιο του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού, πορεύονται στον ίδιο «μονόδρομο».
Ένας «μονόδρομος» που κινείται πέρα από «νεοφιλελεύθερες» ή «αντινεοφιλελεύθερες» μορφές διαχείρισης και καθορίζεται από τα συμφέροντα των πολυεθνικών και του καπιταλιστικού συστήματος, παντού:
- Είτε οι χώρες αυτές έχουν μεγάλα δημόσια χρέη είτε όχι, είτε ακολουθούν τη λεγόμενη περιοριστική, είτε τη λεγόμενη «επεκτατική» πολιτική.
- Είτε οι διαχειριστικές τους επιλογές εκδηλώνονται με τις «κρατικο-κεϋνσιανές» πρακτικές των ΗΠΑ, είτε με τα «χρηματοπιστωτικά» προτάγματα της ΕΕ.
- Είτε βρίσκονται στην κυβερνητική εξουσία οι δυνάμεις της λεγόμενης κεντροδεξιάς, είτε οι σοσιαλδημοκράτες και εκείνες της «κεντροαριστεράς».
Ποια, επομένως, πρέπει να είναι η αντίδραση του λαού σε όσα ακόμα πιο απάνθρωπα του ετοιμάζουν; Ποιο είναι το «χρέος» του απέναντι στις υποδείξεις να σκύψει, να γονατίσει και να πληρώσει την κρίση τους;
Απέναντι στα διαρκή πολεμικά ανακοινωθέντα των κεφαλαιοκρατών, η άρνηση των εργαζομένων να αποδεχτούν τον εξανδραποδισμό τους σημαίνει την κατηγορηματική από μέρους τους διακοίνωση:
Ø «Δεν αναγνωρίζουμε το χρέος σας».
Ø «Εξω το ΔΝΤ, έξω η ΕΕ, έξω οι ντόπιοι και ξένοι καπιταλιστές που μόνη τους "πατρίδα" είναι το κέρδος».
Ø «Ταξική ενότητα και ενιαία πάλη των λαϊκών στρωμάτων για πέρασμα όλου του παραγόμενου πλούτου στα χέρια του λαού».
Ø «Προσανατολισμός της παραγωγικής βάσης στην κάλυψη των κοινωνικών αναγκών, με λαϊκό έλεγχο και κοινωνικό προσανατολισμό»
Η απάντηση, τελικά, δεν μπορεί παρά να είναι μία - και δεν μπορεί να δοθεί παρά μόνο με οργανωμένο και μαζικό τρόπο:
«Κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και όλου του παραγόμενου πλούτου».
Κατάργηση του ατομικού, του καπιταλιστικού κέρδους και αντικατάστασή του με την έννοια του λαϊκού, του συλλογικού, του κοινωνικού οφέλους. Πέρασμα από την ατομική ιδιοκτησία, από την ιδιοποίηση των κερδών και τη συνακόλουθη «κοινωνικοποίηση» των ζημιών, στην κοινωνικοποίηση των προϊόντων του ανθρώπινου μόχθου και στην έξωση από το προσκήνιο των εκπροσώπων του φιλοτομαρισμού.
Από τη στιγμή που το πρόβλημα στην Ελλάδα - και στον κόσμο - πηγάζει από το γεγονός ότι μια χούφτα εκμεταλλευτών κατέχουν την οικονομική εξουσία, όντας ιδιοκτήτες και σφετεριστές των καρπών που γεννούν το μυαλό και τα χέρια εκατομμυρίων ανθρώπων, τότε είναι πρόδηλο:
Από αυτή τη δράκα πρέπει να της αφαιρεθεί η οικονομική εξουσία, που της επιτρέπει αφενός να ιδιοποιείται τον πλούτο που παράγει μια ολόκληρη κοινωνία, αφετέρου να ρίχνει στα Τάρταρα εκείνους που τον δημιουργούν.
Αλλά:
Η μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη, η πρώτη και βασική προϋπόθεση για να της αφαιρεθεί η οικονομική εξουσία, είναι να της αφαιρεθεί η πολιτική εξουσία!
§ Είναι η πολιτική εξουσία του κεφαλαίου που επιτρέπει στους λίγους να διαθέτουν πολλαπλάσιο πλούτο από ολόκληρο το ΑΕΠ της χώρας, φορτώνοντας στο λαό τα χρέη των «άδειων» ταμείων.
§ Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να ρημάζουν στη λιτότητα τον εργάτη, για να επιδοτούνται βιομήχανοι, τραπεζίτες, εφοπλιστές και εργολάβοι.
§ Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να χρησιμοποιούν το κράτος ως συλλογικό καπιταλιστικό «κομματάρχη» που υπαγορεύει δεινά, επιβάλλει χαράτσια, στερεί δικαιώματα, τρομοκρατεί, απειλεί και βγάζει στην «παρανομία» την απαντοχή της φτωχολογιάς.
§ Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να κάνουν «δουλειές» με τις «Siemens» για να κερδίζουν οι πολυεθνικές και τα τσιράκια των πολυεθνικών.
§ Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να παίρνουν τα «δώρα» τους οι μεσάζοντες και να φορτώνουν στο λαό τη ρετσινιά ότι «όλοι μαζί τα φάγαμε».
§ Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να ταΐζουν ομολογιούχους, στέλνοντας το λογαριασμό με τους τόκους στους εργαζόμενους.
Αυτή η εξουσία, η εξουσία των κεφαλαιοκρατών και των κομμάτων τους, πρέπει να ανατραπεί. Και να αντικατασταθεί από μια λαϊκή εξουσία, με μια κυβέρνηση βγαλμένη μέσα από τα σπλάχνα του λαού, η οποία σε κάθε βήμα της και ανά πάσα στιγμή θα τελεί υπό διαρκή εργατικό και λαϊκό έλεγχο.
Του Νίκου Μπογιόπουλου
από τον Ριζοσπάστη, 3/5/2011